-
1 προσεῖπον
προσεῖπον, used as [tense] aor. 2 of προσαγορεύω and προσφωνέω; [dialect] Ep. [full] προσέειπον, always augmented and un[var] contr. in Hom. and Hes.; [dialect] Ep. also [full] ποτιείποι, Il.22.329 (A v.l. προτι-); [dialect] Att. also [full] προσεῖπα, ας, etc., E.Med. 895, Cyc. 101, X.Hier.8.3:— speak to one, address, accost,Κάλχαντα.. κάκ' ὀσσόμενος προσέειπεν Il.1.105
, cf. Od.4.375, Pi.I.1.56, etc.;ἀλλήλας προσέειπον Hes.Th. 749
;π. θεούς A.Ag. 811
, al.; βασιλεῦ, πῶς σε προσείπω; ib. 785(anap.);δός μοι π. αὐτ όν S.Aj. 538
, cf. 1221 (lyr.);τινὰς π. ὑστάτοις προσφθέγμασιν E.Heracl. 573
;π. τινὰ φιλικῶς X.Hier.8.3
; π. σε κατά σε address you after your own manner, Pl.Grg. 467b: c. dupl. acc., τὸν.. πρὸς μῦθον ἔειπεν addressed a speech to him, Il.5.632, etc.; τί προσείπω σ' ἔπος; Ar. Pax 520: abs.,καλὸς μὲν ἰδεῖν, τερπνὸς δὲ προσειπεῖν IG12.923
.2 address as so and so,τινὰ ὡς ἀλλότριον Pl.R. 463c
; τινὰ αὐτοκράτορα π. salute him as.., Plu.Galb.5, etc.; χαίρειν τινὰ π. bid him greeting, E.Cyc. 101.3 call so and so, name, τί νιν προσείπω; A.Ch. 983(997); τοῦτο (sc. δύστηνε) , etc.; τί ἂν εἰπών σέ τις ὀρθῶς προσείποι; D.18.22;π. αὐτὰς ὀνόματι θυγατέρας Id.59.19
; χρῶμα π. τι apply the name of colour to an object, Pl.Tht. 182d; π. οὐδὲν ἄλλο call each nothing else, ib. 201e; πολλὰς ἐπιστήμας ἑνὶ λόγῳ προσειπεῖν ib. 148d, cf. R. 580d, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσεῖπον
-
2 ἐφέλκω
A : [tense] aor. 1 inf. - ελκύσαι Thphr.Char.30.10:—[voice] Med., [tense] fut. - ελκύσομαι A.D.Synt.50.21: [tense] aor. 1 part. - ελκυσάμενος Thphr.CP5.1.10: (Hom. only in [voice] Med. and [voice] Pass., v. infr. 11, 111):— drag or trail after one, ἐ. τὰς [οὐράς], of long-tailed sheep, Hdt.3.113; ἵππον ἐκ τοῦ βραχίονος ἐ. to lead a horse by a rein upon the arm, Id.5.12; ναῦς ὣς ἐφέλξω will take in tow, E. l.c., cf. Th.4.26; ἐ. ξύλον, of a log tied to the leg, Polyzel.3; τὰ ὀπίσθια σκέλη ἐφέλκουσιν ἐπὶ τὰ ἐμπρόσθια drag forward, in the disease of horses called εἰλεός, Arist.HA 604b1; τὰς ὁπλὰς καὶ τὰ ἰσχία ἐ. draw them up, ib.18, cf. Hippiatr.121.2 bring on, bring in its train (v. infr. 111.4),πολλὰς ἐφέλκων ξυμφοράς E.Med. 552
, cf. Ion 1149, HF 776 (lyr.);ἄλλην αἴσθησιν μετὰ τοῦ λογις μοῦ Pl.Phd. 65e
:—[voice] Med., AP10.37 (Luc.).4 ἐ. πλείους ἡμέρας delay for several days, Thphr. Char. l. c.:—[voice] Pass., τὰ ἐφελκόμενα arrears of payment, PPetr.3p.151 (iii B. C.), cf. PSI4.350.4 (iii B.C.), UPZ50.33 (ii B.C.); ἐφέλκεται τῷ Φιλίππῳ he is in arrears of tax-payments to P. (the tax-collector), PPetr.2p.108 (iii B.C.).II [voice] Pass., ἐφελκομένοισι πόδεσσιν with feet trailing after him, of one who is dragged lifeless away, Il.23.696; ; ὁ λίθος ὄπισθε ἐπελκόμενος dragging behind (the boat), Hdt. 2.96; of camels, Id.3.105; also οἱ ἐπελκόμενοι the stragglers of an army, Id.4.203; - ομένη προθυμία lagging, tardy, Plb.9.40.2.2 to be attracted,ῥείθροισιν h.Hom.19.9
; μηδὲ.. τούτῳ ἐφέλκεσθαι be not led away by this argument, Th.1.42.III [voice] Med. like [voice] Act., drag after one, χωλαίνει καὶ ἐφέλκεται (sc. τὸν πόδα) Pl.Lg. 795b, cf. Antip.Stoic.3.256; .2 draw to oneself, attract, αὐτὸς γὰρ ἐφέλκεται ἄνδρα σίδηρος the very sight of iron (i.e. arms) draws men on, i.e. tempts them to use them, Od. 16.294, 19.13;ὕδωρ ἐπ' ἑωυτὸν ὁ ἥλιος ἐ. Hdt.4.50
;ἐ. τινὰ πρός τι Plb.9.1.3
; of flowers,ἠϊθέας -όμεναι χροιῇσι Nic.Fr.74.65
;κάλλεϊ.. πάντας ἐ. APl.4.288
(Leont.).3 draw or pull to,τὴν θύραν ἐφελκύσασθαι Luc. Am.16
; ; ἐ. ὀφρῦν to frown, AP7.440 (Leon.);ἐ. κατὰ τῆς κεφαλῆς τὸ ἱμάτιον Plu.Caes.66
, cf. Pomp.79.4 bring on consequences,πόλλ' ἐφέλκεται φυγὴ κακά E.Med. 462
;ὃ καὶ σίδηρον ἀγχόνας τ' ἐ. Id.Fr.362.26
, cf. Hp.Decent.1;κινδύνους Isoc. Ep.4.6
;τοὔμπαλιν οὗ βούλονται ἐ. X.Cyr.8.4.32
.5 claim for oneself, assume,ἀλλότριον κάλλος Pl.Grg. 465b
;Μοῦσαν ὀθνείην AP9.434
(Theoc., = p.xvi W.).7 Gramm., attract to the close of a word,τὸ νῦ δἰ εὐφωνίαν Demetr.Eloc. 175
, cf. Eust.52.19. -
3 ψεύδομαι
ψεύδομαι in our lit. only mid. (Hom.+); fut. ψεύσομαι; 1 aor. ἐψευσάμην; pf. 2 sg. ἔψευσμαι (Sus 55 LXX; Sus 59 Theod.). Pass.: aor. inf. ψευσθῆναι (Mel., P. 26, 183), ptc. ψευσθείς (Just., D. 134, 3); pf. ptc. ἐψευσμένος (Tat. 16, 1).① to tell a falsehood, lie abs. (X., Mem. 2, 6, 36; Aristot., EN 2, 7; 4, 7 et al.; Pr 14:5; TestAbr B 13 p. 118, 3 [Stone p. 84]; TestJos 13:9; ApcSed 7:8; Philo, Leg. All. 3, 124; Just., D. 117, 4; Tat. 32, 1) Mt 5:11; Hb 6:18 (θεόν is subj. acc.); 1J 1:6; Rv 3:9; 1 Cl 27:2abc (Artem. 2, 69 p. 161, 15 ἀλλότριον θεῶν τὸ ψεύδεσθαι); Hm 3:2. As a formula of affirmation οὐ ψεύδομαι (Jos., Vi. 296; cp. Plut., Mor. 1059a) Ro 9:1; 2 Cor 11:31; Gal 1:20; 1 Ti 2:7. εἴς τινα tell lies against someone, i.e. to that person’s detriment (Sus 55 LXX) Col 3:9. κατά τινος against someth. κατὰ τῆς ἀληθείας against the truth Js 3:14 (cp. Bel 11 Theod.). The pers. who is harmed by the lie can be added in the dat. (Ps 17:45; 88:36; Josh 24:27; Jer 5:12; JosAs 24:6) οὐκ ἀνθρώποις ἀλλὰ τῷ θεῷ Ac 5:4. πάντα in every particular 14:19 v.l. (Tat. 22, 2). τὶ in any point Papias (2:15).② to attempt to deceive by lying, tell lies to, impose upon τινὰ someone (Eur., X. et al.; Plut., Alcib. 206 [26, 8], Marcell. 314 [27, 7]; Jos., Ant. 3, 273; 13, 25; PSI 232, 10) Ac 5:3 (Appian, Liby. 27 §113 τίς σε δαίμων ἔβλαψε … ψεύσασθαι θεοὺς οὓς ὤμοσας;=‘what evil spirit beguiled you … to lie to the gods by whom you swore?’; Tat. 19, 3 ἑαυτόν); 1 Cl 15:4 (Ps 77:36, but w. αὐτῷ).—DELG. M-M. TW. -
4 ἀπήμων
1 free from pain θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ (contra Σ. ἀβλαβὴς καὶ ἀνόργητος) pr. P. 10.22 τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ' ὁμῶς· εὐθὺς δ ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον i. e. indifferent N. 1.54ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις, ὦ πότνια, πάγκοινον τέρας Pae. 9.8
-
5 οὐ
οὐ (1οὔ O. 7.48
:κοὐ P. 4.151
)1 negatives vb., sent.aοὐκ ἐδυνάσθη O. 1.56
ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23
οὔ μιν διώξω O. 3.45
οὐ ψεύδει τέγξω λόγον O. 4.17
ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61
κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.79
θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42
Νέμεά τ' οὐκ ἀντιξοεῖ O. 13.34
σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν O. 13.46
οὐ ψεύσομ O. 13.52
οὐ χρὴ O. 13.94
οὐ φθίνει P. 1.94
οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83
οὐκ ἔμειν P. 3.16
οὐχ ἅπτεται P. 3.29
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται P. 3.82
οὐκ ἐς μακρὸν ἔρχεται P. 3.105
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον P. 4.86
“ οὐ πρέπει” P. 4.147οὐκ ἐόλει P. 4.233
οὐκ ἀπέριψεν P. 6.37
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται P. 8.76
τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 “ οὐ κεχείμανται” P. 9.32οὐκ ἀποδαμεῖ P. 10.37
οὐ φαίνεται P. 12.29
οὐκ ἔραμαι N. 1.31
οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.15
τῶν οὐκ ἄπεσσι N. 3.76
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
οὐ νέοντ N. 4.77
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1
οὐ σπανίζει N. 6.31
οὔ κεν ἔπαξε N. 7.25
οὐκ ἔχω εἰπεῖν N. 7.56
οὐκ ἀποβλάπτει N. 7.60
οὐ μέμψεται N. 7.64
χειρόνεσσι δ' οὐκ ἐρίζει N. 8.22
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45
οὐκ ἔστι πρόσωθεν (Boehmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν N. 10.50
οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν N. 10.89
οὐχ ἕπεται N. 11.43
οὐ φράζεται I. 1.68
οὐκ ἐμέμφθη I. 2.20
οὐ κατελέγχει I. 3.14
οὐ φείσατο I. 6.33
γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν I. 6.72
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶνπραπίδες I. 8.30
οὐ κατέφθινε I. 8.46
οὐ κατελέγχει I. 8.65
οὐ ψεῦδος ἐρίξω fr. 11.οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28
οὐ τόλμα Pae. 6.94
οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
ο]κ ἐννέπει (supp. Snell) fr. 60. b. 15. οὐ λανθάνει fr. 75. 13. οὐ πέπαται fr. 105b. 2. ]κράνας ο[ὐ π]ρολείπει[ (supp. Lobel) Θρ.. 1. οὐκ ἔστιν fr. 134. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν (καὶ, καὶ οὐδὲ vv. ll.) fr. 229. οὐκ ἔλιπον fr. 236.b οὐκ ἀλλά (v. also ἀλλά).οὐ χθόνα ταράσσοντες ἀλλὰ O. 2.63
οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ' ἅμα πρώτοις O. 8.45
οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλὰ P. 2.26
“ κοὔ με πονεῖ ἀλλὰ” P. 4.151ὃς οὐ ἀλλ P. 5.27
P. 5.76, I. 1.26, I. 4.49οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν, ἀλλ' κατερεῖς Pae. 6.127
cοὐ γάρ. οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ I. 1.26
οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν, ἀλλ I. 4.49
οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442, fr. 68.d οὐ γε, qualifying subord. cl.πόρθησε τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἕλεν N. 4.28
2 combined with other neg.οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ O. 2.63
κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30
αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὐκ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
“ οὔ τι οὐδὲ μὰν” P. 4.87πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54
οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.16
Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ P. 8.37
ἄνευ σέθεν οὐ φάος, οὐ μέλαιναν δρακέντες εὐφρόναν τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν N. 7.3
ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.68
ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40
ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6
οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33
πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.25
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5
οὐ πενθέων δ' ἔλαχον, λτ;οὐγτ; στασίων (supp. et add. e Plutarcho et Σ pap. Blass) Πα... κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει fr. 222. 2. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.3a c. part.κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96
ἔργῳ τ' οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων ἐξένεπε O. 8.19
ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
βασιλεὺς οὐ φθονέων ἀγαθοῖς P. 3.71
οὐκ ἐρίζων P. 4.285
οὐκ ἀτιμάσαντα P. 9.80
οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν N. 1.37
καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6
ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46
οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. οὐκ ἰδυῖα fr. 182.καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
b c. adj.ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81
χόλον οὐ φατὸν O. 6.37
οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.86
οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104
μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106
χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P.3.11.οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος P. 4.5
“ οὐ ξείναν γαῖαν ἄλλων” P. 4.118 “σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν” P. 9.42λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν P. 10.20
ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον P. 11.29
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν P. 12.30
θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23
οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον N. 4.21
πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14
ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5
οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ N. 7.49
οὐ τραχύς εἰμι N. 7.76
οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45
ἁνία τἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ I. 1.15
οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω I. 2.12
οὐκ ἀγνῶτες I. 2.30
ἄγει τ' ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς I. 7.22
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν I. 7.37
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον I. 8.70
ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις[ Πα. 13. b. 6. ]τον οὐ ῥητ[ὸ]ν[ Πα. 17. a. 4. ἐχθρὰν ἔριν οὐ παλίγγλωσσον, ἀλλὰ Παρθ. 2.. λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (οὐ add. Coraes: παῦρος pro πολλὸς coni. Schr.) fr. 168. 6. στρατὸς οὐκ ἀέκ[ων (supp. Lobel) fr. 169. 52. οὐκ ἄναλκις, ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι ?fr. 342.4 c. subs.πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ P. 4.287
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.5 c. adv.aὄπιθεν οὐ πολλὸν O. 10.36
οὐχ ὁμῶς I. 3.6
bοὔ ποτε. ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27
οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
6 c. prep., in meiosis.οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ O. 8.45
ἇς οὐκ ἄτερ P. 2.7
οὐκ ἄτερ τέχνας P. 2.32
“ οὐ κατ' αἶσαν” P. 4.107οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ P. 5.76
οὐ Χαρίτων ἑκάς P. 8.21
αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν N. 9.19
οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν I. 5.20
οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g.7 c. inf.χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
8a οὔπω, v. πω.bοὔτοι, οὔ τοι. οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12
οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16
οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν, οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπιν† I. 5.58 οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.c οὔ τις, (cf. οὔτις)πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
, cf. O. 12.7πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσσεται P. 5.54
ἕτερον οὔ τινα οἶκονἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων N. 6.25
cf. τί δ' οὔ τις; P. 8.95d οὔ τί που. οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων, οὐδὲ μὰν” P. 4.879 frag. οὐκ ἂν παρ[ Θρ. 2. 3. -
6 πατήρ
1 fatherυἱὲ Ταντάλου, ὁπότ' ἐκάλεσε πατὴρ O. 1.37
Πισάτα παρὰ πατρὸς Oinomaos O. 1.70 πατρὶ βωμῶν ἁγισθέντων Zeus O. 3.19ὃν πατέρ' Ἄκρων ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.50
εὖτ' ἂν Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ Zeus O. 6.68ἄνδρα πατέρα τε Δαμάγητον O. 7.17
πατρὶ δὲ πατρὸς ἐνέπνευσεν μένος O. 8.70
ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86
πατρὸς δὲ Θεσσαλοἶ O. 13.35
Πτοιοδώρῳ σὺν πατρὶ O. 13.41
καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
τοῖσι μὲν ἐξεύχετ' ἐν ἄστει Πειράνας σφετέρου πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν O. 13.61
“ Δαμαίῳ πατρὶ δεῖξον” Poseidon, reputed father of Bellerophon O. 13.69 ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν Kleodamos O. 14.21χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός Kentauros P. 2.48κρύβδαν πατρός P. 3.13
ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος P. 3.67
“ πατρὸς ἐμοῦ” Aison P. 4.106 ὀφθαλμοὶ πατρός Aison P. 4.120πατὴρ Βορέας P. 4.182
πατέρ' Οὐρανιδᾶν Ζῆνα P. 4.194
πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε Xenokrates P. 6.15 ( Ἀντίλοχος) ὃς ὑπερέφθιτο πατρός Nestor P. 6.30πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός P. 6.39
“ φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα” P. 8.45 πατὴρ δὲ θυγατρὶ φυτεύων κλεινότερον γάμον Antaios P. 9.111τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.12
Ὀρέστα· τὸν δὴ φονευομένου πατρὸς Ἀρσινόα Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε Agamemnon P. 11.17ἢ πατρὶ Πυθονίκῳ τό γέ νυν ἢ Θρασυδᾴῳ P. 11.43
εἰ δ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκριτος ἁλίῳ σὸς πατὴρ ἐθάλπετο N. 4.14
πατρὶ Σωγένης ἀταλὸν ἀμφέπων θυμὸν N. 7.91
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε Talaos N. 10.12ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν N. 11.11
τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον I. 8.2
πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται Asopos I. 8.17 πεπρωμένον ἦν φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν (Ahlwardt: γόν. ἄν. πατρὸς codd.: φέρτερόν γε γόνον Bury) I. 8.32 ]ν ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ]υσε πατέρα Γοργόν[ων Phorkos Δ. 1.. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35. pl. pro s., γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν i. e. Dionysos, son of Zeus and Semele fr. 75. 11.2 ancestor εὐωνύμων τε πατέρωνἄωτον O. 2.7
σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
“ λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.117φῶτες Αἰγείδαι, ἐμοὶ πατέρες P. 5.76
πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2
]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων Δ. 1. 17, cf. O. 13.61, 69.3 met.a guardian βασιλεύς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς, ξείνοις δὲ θαυμαστὸς πατήρ Hieron P. 3.71 ζαθέων ἱερῶν πάτερ, κτίστορ Αἴτνας fr. 105. 3.bφορμιγκτὰς ἀοιδᾶν πατήρ, Ὀρφεύς P. 4.176
4 epith. of various deities.a Zeus.πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57
Ζεὺς πατήρ O. 2.27
σὺν βαρυγδούπῳ πατρὶ O. 6.81
πατέρος Ἀθαναία κορυφὰν κατ' ἄκραν ἀνορούσαισ O. 7.36
πατρί τε θυμὸν ἰάναιεν κόρᾳ τ O. 7.43
ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ O. 7.87
πατρὶ μεγίστῳ O. 10.45
Ζεῦ πάτερ O. 13.26
αἰέναον σέβοντι πατρὸς Ὀλυμπίοιο τιμάν O. 14.12
Ζεὺς πατὴρ P. 3.98
“ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ” P. 4.23πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
ξεινίου πατρὸς χόλον δείσαις N. 5.33
Ζεῦ πάτερ N. 8.35
, N. 9.31, N. 9.53, N. 10.29παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ N. 10.55
“ πάτερ Κρονίων” Polydeukes speaks N. 10.76 “ ὦ Ζεῦ πάτερ” Herakles speaks I. 6.42βαρυσφαράγῳ πατρὶ I. 8.22
Μοῖσαι, κελαινεφεῖ σὺν πατρὶ Pae. 6.56
πατὴρ δὲ Κρονίων Pae. 15.5
Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστότεχνα πάτερ fr. 57. 2. ] πάτερ fr. 59. 2. Ζεὺς πατὴρ fr. 93. ἕσσατο ἄνακτι βωμὸν πατρί τε Κρονίῳ (sc. Ἡρακλέης) fr. 140a. 64 (38). δεξιὰν κατὰ χεῖρα πατρὸς (sc. ἡμένα Ἀθάνα) fr. 146. 2.b Apollo.ἀκερσεκόμα πάτερ Pae. 9.45
c Helios.ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
d Time.Χρόνος ὁ πάντων πατήρ O. 2.17
e Kronos.πατὴρ μέγας πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.76
5 fragg. ]πατὴρ δεπ[ Pae. 10.9
]ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e. ] πατρὸς ἑοῖο[ ?fr. 335. ] πατρὸς εχ[ P. Oxy. 1792, fr. 34. -
7 περιτίθημι
A place or put round, put on,περὶ δὲ ξύλα θῆκαν Od. 18.308
; δέραισι περθέτω ([dialect] Aeol.)..ὐποθύμιδας Alc.36
;π. κυνέην τινί Hdt.2.162
;στεφάνους τινί Id.6.69
;πιλίδια περὶ τὴν κεφαλήν Pl.R. 406d
; χρυσόν ib. 420e ; φωνήεσί τε καὶ ἀφώνοις π. γράμματα attach letters to.., Id.Cra. 393e, cf. 414c ;π. σφαῖραν Arist.Cael. 285b3
; ;δέρματα ἐπὶ τοὺς βραχίονας LXX Ge.27.16
;περίβολον τῷ τεμένει IG12(9).906.7
(Chalcis, iii A. D.):—[voice] Med., put round oneself, put on,περὶ δὲ τρυφάλειαν.. κρατὶ θέτο Il.19.381
;περὶ δὲ ξίφος ὀξὺ θέτ' ὤμῳ Od.2.3
,4.308; περθέμενον χλάμυν ([dialect] Aeol. for περι-) prob. in Sapph.64 ;π. στέφανον E.Med. 984
(lyr.), cf. Ar.Th. 380, al.;στρεπτόν X.Cyr.2.4.6
; ; ; (Rosetta, ii B.C.);διάδημα αὐτὸς περιεθήκατο App.Mith.67
.II metaph., bestow, confer upon, π. τινὶ βασιληΐην, κράτος, ἐλευθερίην, Hdt.1.129, 3.81, 142, Simon.100; πόλει τὸ κάλλιστον ὄνομα, τινὶ δόξαν, Th.4.87, Isoc.5.149, etc.; π. τινὶ ὄνειδος, ἀτιμίαν, put reproach, dishonour upon him, Antipho 5.18, Th.6.89 ;πίστιν τισί Aeschin.2.103
; ; Μηδικὴν ἀχὴν τοῖς Ἕλλησι put the Median yoke round their necks, Th.8.43 ; ὁ πυκτικὸς.. οὐ πᾶσι τὴν αὐτὴν μάχην π. does not prescribe.., Arist.EN 1180b11 ; τῇ Ἀθηνᾷ τὴν τέχνην ascribe, Id.Pol. 1341b8 ; [ταῖς πράξεσι] μέγεθος π. καὶ κάλλος Id.Rh. 1368a29
:— [voice] Med., assume,ἰσχὺν ἑαυτῷ Democr.252
;σχῆμα ἀλλότριον Arr.Epict. 2.19.28
.2 reversely, π. τινὰ ὕβρει envelop him with.., D.L.6.33.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιτίθημι
См. также в других словарях:
ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; … Православная энциклопедия